Δύο εκθέσεις φωτογραφίας που αφορούν ιδιαιτέρως τη Θεσσαλονίκη εγκαινιάστηκαν ταυτόχρονα την Τετάρτη 13 Απριλίου 2011, ώρα 8 μ.μ. στο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης του ΜΙΕΤ (Βίλα Καπαντζή, Βασ. Όλγας 108). Πρόκειται για τις εκθέσεις «Ψήγματα μνήμης. Φωτογραφίες 1936-2000» από το αρχείο του Κλείτου Κύρου και «Η Παπαμάρκου και τα πέριξ [1979-2010]» του Άρι Γεωργίου.
Κλείτος Κύρου «Ψήγματα μνήμης. Φωτογραφίες 1936-2000»
Η έκθεση παρουσιάζεται στο πλαίσιο μιας σειράς εκδηλώσεων που διοργανώνει το ΜΙΕΤ στη μνήμη του, οι οποίες πραγματοποιούνται με την ευκαιρία της μεταστέγασης του Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου (ΕΛΙΑ) στη Βίλα Καπαντζή, έδρα του Πολιτιστικού Κέντρου Θεσσαλονίκης του ΜΙΕΤ.
Πέντε χρόνια μετά το θάνατο του Θεσσαλονικιού ποιητή, η έκθεση αυτή έρχεται να μας γνωρίσει μία ακόμα πλευρά της πολυσχιδούς δραστηριότητάς του. Την ενασχόλησή του με τη φωτογραφία από τα εφηβικά ακόμη χρόνια του. Ο ίδιος γράφει στο αυτοβιογραφικό του κείμενο Οπισθοδρομήσεις. Αναδρομή ζωής (Εκδ. Άγρα): «Τι να πω για τα διάφορα πάθη που με κατείχαν μια ολόκληρη ζωή! Για το πάθος που είχα για τη φωτογραφία από τα δεκαπέντε μου, που με καταδίωκε όπου κι αν πήγαινα».
Η έκθεση περιλαμβάνει φωτογραφίες από το φωτογραφικό αρχείο του Κύρου, το οποίο ανήκει στο ΕΛΙΑ – ΜΙΕΤ. Όπως αναφέρει η κυρία Μαργαρίτα Καλαφάτη στην ομότιτλη έκδοση «η σχέση του Κλείτου Κύρου με το ΕΛΙΑ ξεκίνησε στις αρχές του 1990. Με τη φροντίδα της στενής φίλης του ποιητή Τζέλης Χαριτωνίδου που δεν είναι πια εδώ, ένα πρώτο τμήμα του αρχείου του Κλείτου Κύρου έφθασε στην Αθήνα στα χέρια του Μάνου Χαριτάτου. Η πρώτη αυτή δωρεά περιελάμβανε χειρόγραφα και δακτυλόγραφα ποιήματα και μεταφράσεις. Τον Μάιο του 1998 το αρχείο μετά από εκφρασμένη επιθυμία του Κύρου μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη. Με την ευκαιρία της μεταστέγασης ο Κύρου δώρισε στο Ε.Λ.Ι.Α. Θεσσαλονίκης σπάνια περιοδικά από τη βιβλιοθήκη του […] Τον Μάιο του 2007 ένα χρόνο περίπου μετά τον θάνατο του Κύρου η γυναίκα του Φιλιώ δώρισε το μεγαλύτερο μέρος του αρχείου του Κλείτου, στο οποίο όμως δεν περιλήφθηκε το φωτογραφικό υλικό. Αυτό ακολούθησε αργότερα και με τη συγκατάθεση των παιδιών της, Ελένης και Γιώργου, σε δύο διαδοχικές δωρεές τον Φεβρουάριο και τον Μάιο του 2010».
Το φωτογραφικό αρχείο του Κύρου περιέχει περισσότερα από 10.000 αρνητικά, 1380 slides, χιλιάδες τυπώματα μικρών κυρίως διαστάσεων και δύο λευκώματα, παραγωγή μίας φωτογραφικής δραστηριότητας που ξεκίνησε στον Μεσοπόλεμο και συνεχίστηκε μέχρι τα τελευταία χρόνια του Κύρου. Ο ίδιος είχε επιδείξει ιδιαίτερη επιμέλεια για την ταξινόμηση του φωτογραφικού του αρχείου (όπως άλλωστε και για το υπόλοιπο μέρος του αρχείου του).
Τη φωτογραφική ματιά του Κύρου την ελκύουν έντονα τοπία και μνημεία, περίεργα στιγμιότυπα, καθώς και ορισμένες σταθερές θεματικές: καρνάγια, βάρκες και ψαράδες, στέγες, δέντρα και βράχια. Φωτογράφισε συστηματικά τη Φιλιώ αλλά και τα παιδιά τους. Φαίνεται να εμπνέεται περισσότερο από εικόνες του φυσικού περιβάλλοντος, από την ύπαιθρο πάρα από το αστικό τοπίο, τουλάχιστον όταν φωτογραφίζει εντός της ελληνικής επικράτειας. Δεινός περιπατητής και περιηγητής από τα εφηβικά του χρόνια, ταξίδεψε πολύ από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 κι έπειτα, καταγράφοντας εικόνες μιας χώρας που δεν την έχει κατακλύσει ακόμη ο μαζικός τουρισμός. Στα τεκμήρια του αρχείου κυριαρχούν λήψεις της ευρύτερης μακεδονικής χώρας (Χαλκιδική, Πιερία, Καστοριά, Καβάλα) και έπονται φωτογραφίες από νησιά του Αιγαίου (κυρίως Κυκλάδες και Σποράδες) και τη Θεσσαλία (Πήλιο, Μετέωρα). Σώζονται ακόμη αρκετές φωτογραφίες από ταξίδια στο εξωτερικό, κυρίως σε ευρωπαϊκές πόλεις (Λονδίνο, Παρίσι, Βουδαπέστη, Βιέννη, Ρώμη).
Η σχέση του Κύρου με τη Θεσσαλονίκη και ο δεσμός του με τη γειτονιά του αποτυπώνονται εν μέρει στο φωτογραφικό του αρχείο. Απαντώνται συχνά φωτογραφίες που αποτυπώνουν τις πίσω, παραθαλάσσιες, αυλές των σπιτιών της Βασιλίσσης Όλγας καθώς και πιο πρόσφατες λήψεις της νέας παραλίας. Καταγράφονται ακόμη φωτογραφικά τεκμήρια μιας πόλης που αλλάζει, όπως φωτογραφία της εντός των τειχών Άνω Πόλης τραβηγμένη από την κεντρική πύλη της Ακρόπολης τη δεκαετία του 1940 και η ίδια λήψη ορισμένα χρόνια αργότερα. Διακριτή ενότητα μπορούν να θεωρηθούν και οι φωτογραφίες του Κύρου από τα ταξίδια του στο Άγιον Όρος.
Ο Κύρου φωτογράφιζε συχνά γκράφιτι, συνθήματα τοίχων και επιγραφές. Στις φωτογραφίες αυτές συνήθως αναζητεί το ευτράπελο, το ευφάνταστο και συχνά το ανορθόγραφο. Μια παρόμοια, εύθυμη διάθεση εισχωρεί συχνά σε πορτραίτα φίλων του αλλά και σε αυτοπορτραίτα του, φωτογραφίες που αποκαλύπτουν άνθρωπο με χιούμορ και διάθεση για σάτιρα, χαρακτηριστικά γνώριμα στους οικείους του αλλά άγνωστα στο αναγνωστικό του κοινό, το οποίο ωστόσο μπορεί να έχει ήδη αντιληφθεί μία πλευρά της σχέσης του ποιητή με τη φωτογραφία μέσω του έργου του Κύρου.
Ο Κλείτος-Δημήτριος Κύρου (1921 - 2006) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Φοίτησε στο κολλέγιο Ανατόλια και σπούδασε στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Εργάστηκε για πολλά χρόνια στον τραπεζικό τομέα.
Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε το 1944 από το φοιτητικό περιοδικό Ξεκίνημα, αρχικά με μεταφράσεις ξένων ποιητών. Το 1949 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Αναζήτηση, Αναμνήσεις μιας αμφίβολης εποχής. Συνεργάστηκε με πλήθος περιοδικών. Το σύνολο της ποιητικής του δουλειάς εκδόθηκε στη συλλογή Εν όλω, Συγκομιδή 1943-1997, Άγρα, Αθήνα 1997. Το 1988 του απονεμήθηκε το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή Τα πουλιά και η αφύπνιση, Νεφέλη, Αθήνα 1987, το οποίο όμως αποποιήθηκε. Το 2005 η Ακαδημία Αθηνών του απένειμε για το σύνολο του ποιητικού του έργου το βραβείο Ουράνη. Ποιήματά του μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, ισπανικά, ρωσικά, πολωνικά, βουλγαρικά και αραβικά.
Ο Κύρου ασχολήθηκε εκτεταμένα με τη μετάφραση, κυρίως ποίησης αλλά και θεάτρου. Τιμήθηκε με το βραβείο της Ελληνικής Εταιρίας Μεταφραστών για τη μετάφραση του έργου του Κρίστοφερ Μάρλοου, Δόκτωρ Φάουστους, Άγρα, Αθήνα 1990 και με το κρατικό βραβείο μετάφρασης για τη μετάφραση του έργου του Π. Μ Σέλλεϋ, Οι Τσέντσι, Άγρα, Αθήνα 1993. Ο Κύρου ασχολήθηκε ακόμη με το κολάζ και την κριτική του κινηματογράφου.
Άρις Γεωργίου «Η Παπαμάρκου και τα πέριξ [1979-2010]»
Η οδός Παπαμάρκου είναι ένας μικρός δρόμος στην καρδιά της περιοχής που παλαιότερα ήταν γνωστή με το όνομα Μπαζάρ και σήμερα ως Πλατεία Άθωνος, με τα διώροφα κτίσματα της δεκαετίας του ‘20. Η σχέση του Γεωργίου με την Παπαμάρκου και τα πέριξ ξεκίνησε από τα παιδικά του χρόνια, όταν σε ηλικία δώδεκα χρονών μετακόμισε με την οικογένειά του στην οδό Ερμού 69. Ο ίδιος αναφέρει σχετικά, σε κείμενό του στην ομότιτλη έκδοση, «Η πραγματική μου εξοικείωση επήλθε εξαιτίας της φωτογραφίας. […] Οι επισκέψεις μου στην Παπαμάρκου και στα πέριξ δεν μπορούν καν να θεωρηθούν επισκέψεις. Ο βαθμός της γειτονίας ήταν τέτοιος που δεν απαιτούσε μετακίνηση. Δεν ήταν προορισμός, ήταν καθημερινότητα».
O Ηρακλής Παπαϊωάννου γράφει για τη σειρά αυτή φωτογραφιών του Άρι Γεωργίου: «Το Φεβρουάριο του 1979 ο Γεωργίου κάνει την πρώτη φωτογράφηση δημιουργώντας είκοσι επτά ασπρόμαυρα πορτραίτα από τεχνίτες και εμπόρους των πέριξ της πλατείας δρόμων. Στα πορτραίτα αυτά, που ενσωμάτωναν χαρακτηριστικά της περιόδου όπως ο ευρυγώνιος φακός και ο εμφανής σχετικά κόκκος των φιλμ μεσαίας ευαισθησίας, προστέθηκαν μερικά ακόμη από την εγγύς γειτονιά: ο θυρωρός της Ερμού, ο τρικυκλάς από την πιάτσα της πλατείας, το συνεργείο σοβατζήδων που ανακαίνιζε το μέγαρο Χατζηδημούλα. […] Μετά από μια παύση έντεκα χρόνων ο Γεωργίου επέστρεψε τον Απρίλιο του 1990 για μια δεύτερη φωτογράφηση των ίδιων ανθρώπων, σε έγχρωμο πλέον φιλμ. Τον συνόδευε ο δημοσιογράφος Τόλης Βεϊζαδές που σταχυολογούσε από αυτούς προφορικές μαρτυρίες. […] Η επιστροφή αυτή επαναπροσδιόρισε τη σημασία της σειράς για τον Γεωργίου: συγκρότησε τα πορτραίτα σε δίπτυχα ενώ συνέταξε έναν αυτοσχέδιο χάρτη όπου σημείωσε επιμελώς τη θέση και τη χρήση κάθε μαγαζιού, το όνομα κάθε ιδιοκτήτη. Κατά τον ίδιο, άλλωστε, η εργασία στην Άθωνος υπήρξε σταθμός στη φωτογραφική του πορεία· μέχρι τότε, με την επιρροή δημιουργών όπως οι Henri Cartier- Bresson και Ralph Gibson, χρησιμοποιούσε τη φωτογραφία ως ένα μέσο που ακόνιζε την ελεύθερη περιπλάνηση του βλέμματος στην περιπέτεια των μορφών και των νοημάτων του κόσμου. Στην Άθωνος, όμως, λειτούργησε για πρώτη φορά μέσα από ένα πλαίσιο με συντεταγμένες χωρικές και μορφολογικές ορίζουσες. […] Το 1996, έξι χρόνια μετά τη δεύτερη σειρά πορτραίτων, επιστρέφει για να εικονίσει το χώρο με διάθεση σχεδόν τοπογραφική: αποσπώντας το βλέμμα από τις επίπεδες επιφάνειες περιγράφει πλέον την ατμόσφαιρα των δρόμων, τα στενά και τις διασταυρώσεις, ενόσω τα κατεβασμένα ρολά και το χειμωνιάτικο κλίμα αναδίδουν μια αίσθηση τέλους εποχής. […] Η τελευταία φωτογραφική επίσκεψη στην πλατεία είναι μια έγχρωμη περιήγηση το 2009-10, στην οποία ο Γεωργίου ανιχνεύει τα στοιχεία της σύγχρονης εξέλιξης.
»Το σύνολο του έργου ανακαλεί ένα κερματισμένο οδοιπορικό τριών δεκαετιών· ένα περίπλοκο σταυρόλεξο αφαιρέσεων, πορτραίτων, εσωτερικών χώρων, αστικών τοπίων, που φανερώνει κάτι από το μυστήριο της τέχνης: πώς δηλαδή η ίδια πρώτη ύλη επιτρέπει την αιώρηση από την εικαστική διαπραγμάτευση στην τεκμηρίωση και τη μελέτη της κοινωνικής πραγματικότητας. Παρά τον μεγάλο πλούτο χρήσεων και αναγνώσεων, όμως, η τριβή με τη μνήμη και η ζεστασιά που αυτή η τριβή δημιουργεί μοιάζει να αποτελεί ακόμη τον ισχυρότερο πόλο έλξης της φωτογραφίας.
»Η πρόσφατη περιήγηση εγγράφει ευκρινώς, πέρα από την πεζοδρόμηση της περιοχής, την αλλαγή χρήσης των μαγαζιών και επικυρώνει τη νέα, διεθνή συνθήκη της αγοράς στην οποία οι χειρώνακτες τεχνίτες πιέζονται ασφυκτικά από τη θηλιά της μαζικής, βιομηχανικής παραγωγής που απειλεί τα παραδοσιακά, «παλιομοδίτικα» εργαστήρια».
Η καθηγήτρια Αλεξάνδρα Καραδήμου-Γερόλυμπου στην ίδια έκδοση γράφει για τους “πρωταγωνιστές” της Παπαμάρκου: «Στις φωτογραφίες των επαγγελματιών της οδού Παπαμάρκου, οι φιγούρες των ανθρώπων μετρούν τον χρόνο που περνάει, και υπαινίσσονται τις δικές τους ιστορίες. […] Οι ασάλευτες μορφές των επαγγελματιών της οδού Παπαμάρκου που γερνούν μαζί με το άμεσο περιβάλλον τους αλλά και αυτών που εξαφανίζονται πίσω από τα κλεισμένα μαγαζιά τους, καταθέτουν την μαρτυρία τους για τις εποχές και τους χρόνους, θρέφουν την κρυμμένη μνήμη της πόλης και μεταγγίζουν στον 21ο αιώνα την μακραίωνη αστική παράδοση των μικροεπαγγελμάτων, την αρχαία εικόνα της ‘κοιλιάς της πόλης’, καθημερινής αρένας των βιοπαλαιστών και των λαϊκών στρωμάτων».
O Άρις Γεωργίου γεννήθηκε στις 4 Δεκεμβρίου 1951 στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε αρχιτεκτονική στο Montpellier της Γαλλίας όπου πήρε και το μεταπτυχιακό δίπλωμα D.E.A. πολεοδομίας. Επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη το 1978 και αρχικά ασχολήθηκε με μεταφράσεις ενώ την εξαετία 1979-1985 υπήρξε συνεργάτης του ραδιοφώνου με προγράμματα για την τέχνη. Από το 1977 εκθέτει ζωγραφική και φωτογραφία σε πλήθος ατομικών και ομαδικών εκθέσεων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Το 1984 ήταν ιδρυτικό στέλεχος του PARALLAXIS που τον Mάιο του 1985 διοργάνωσε τις πρώτες διεθνείς εκδηλώσεις φωτογραφίας στην Ελλάδα. Τον Φεβρουάριο του 1988 ήταν ο εμπνευστής και έκτοτε επί δεκαπενταετία διοργανωτής της Φωτογραφικής Συγκυρίας, του ετήσιου διεθνούς φεστιβάλ φωτογραφίας στη Θεσσαλονίκη. Ως συνεργάτης του περιοδικού Eντευκτήριο εγκαινίασε το ένθετο Camera Obscura που έχει παρουσιάσει ως τώρα περισσότερα από 80 πορτφόλιο φωτογράφων. Το διάστημα 1998-2002 διετέλεσε πρώτος διευθυντής του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης. Δημοσίευσε εργασίες του σε πολλά έντυπα και περιοδικά και πλήθος μονογραφιών και καταλόγων. Αντικείμενο της επαγγελματικής του δραστηριότητας αποτελεί η αρχιτεκτονική και, σε σημαντικό βαθμό, οι γραφικές τέχνες συνήθως όταν άπτονται πολιτιστικού ενδιαφέροντος.
Για τις εκθέσεις
Οι δύο παράλληλες εκθέσεις στο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης θα διαρκέσουν έως την Κυριακή 29 Μαΐου 2011 και θα λειτουργούν με το εξής ωράριο:
Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη, Σάββατο και Κυριακή 10:00 - 18:00,
Παρασκευή 10:00 - 14:00 και 18:00 - 21:00
(Δευτέρα κλειστά)
Είσοδος ελεύθερη για το κοινό.
Από τη Μ. Παρασκευή μέχρι και τη Δευτέρα της Διακαινησίμου (22 - 25 Απριλίου) το Κέντρο θα παραμείνει κλειστό.
Για ομαδικές επισκέψεις παρακαλούμε να προηγείται συνεννόηση με το ΜΙΕΤ, τηλ. 2310 295.170-1.
Το πωλητήριο του Κέντρου θα λειτουργεί με το ακόλουθο ωράριο:
Δευτέρα έως Παρασκευή 09:00 - 14:30
22 έως 25 Απριλίου 2011 κλειστά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου